βληματοδόχη

βληματοδόχη
η
όγκος από χώμα που υψώνεται πίσω από το στόχο στα πεδία βολής, για να συγκρατεί τα βλήματα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • βληματοδόχη — η προστατευτικό χωμάτινο τοίχωμα το οποίο υψώνεται μπροστά από τους στόχους στα πεδία βολής για να δέχεται τα βαλλόμενα βλήματα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”